Από τη λαίλαπα τών «μνημονιακών» νόμων, οι οποίοι, καθ’υπόδειξη τών δανειστών μας, ψηφίζονται από το 2010 στη Βουλή, καταργώντας εργατικά και άλλα δικαιώματα τής μεγάλης πλειοψηφίας τών πολιτών και επιβάλλοντας φόρους, έμμεσους και άμεσους, δεν «ξέφυγε» και ο χώρος τής Δικαιοσύνης. Συγκεκριμένα, κυρίως με το Ν. 4055/2012, ο οποίος, στο μεγαλύτερο μέρος του, εφαρμόζεται από την 2-4-2012, εμποδίζεται η πρόσβαση τού πολίτη στη Δικαιοσύνη, διά τής περαιτέρω, και μάλιστα μεγάλης, αυξήσεως τού κόστους αυτής τής προσβάσεως. Παράλληλα, ενώ σ’αυτόν το νόμο προβλέπεται η επιτάχυνση τών διαδικασιών απονομής τής Δικαιοσύνης, ωστόσο, δεν εξασφαλίζεται, το μεν η ποιότητα τής αποδιδόμενης Δικαιοσύνης, το δε αυτή καθ’αυτή η ταχύτητα στην απονομή της, διότι δεν επιλύονται σοβαρά προβλήματα, τόσο ως προς το ανθρώπινο δυναμικό (ποσότητα και ποιότητα), όσο και ως προς την υλικοτεχνική υποδομή.
Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα πρόχειρο, από κάθε άποψη, νομοθέτημα, το οποίο καθιστά τη Δικαιοσύνη ένα αγαθό πολυτελείας, στο οποίο θα έχουν πρόσβαση μόνο οι πλούσιοι συμπολίτες μας, χωρίς μάλιστα να είναι εξασφαλισμένη η ποιότητα αυτού τού αγαθού. Είναι δε προφανές, ότι οι εμπνευστές αυτού τού νόμου είχαν και έχουν ως βασικό στόχο να αυξήσουν τα έσοδα τού κράτους προς αποκλειστικό, όμως, όφελος τών δανειστών τής χώρας (προηγείται η αποπληρωμή τού χρέους). Ενδεικτικό προς τούτο είναι και το γεγονός, ότι στο Υπουργείο Οικονομικών υφίσταται Διεύθυνση «Παρακολούθησης Νομικών Υποθέσεων Ελέγχου και Αναγκαστικής Είσπραξης», καθώς και τμήμα Δ΄ περί «Αξιολόγησης Δικαστικών Αποφάσεων», τα οποία εκδίδουν εγκυκλίους σε σχέση με την ψήφιση και εφαρμογή νόμων, οι οποίοι αφορούν στη Δικαιοσύνη, όπως ο Ν. 4055/2012 (βλ. την ΠΟΛ.: 1129/28-05-2012, αλλά και την παλαιότερη ΠΟΛ.: 1192/2011).
Στο βωμό, λοιπόν, τής εξυπηρετήσεως τών δανειστών τής χώρας, θυσιάζονται συμπολίτες μας, οι οποίοι ήδη δεν έχουν ή δεν θα έχουν στο άμεσο μέλλον την οικονομική δυνατότητα να προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη, πολλώ δε μάλλον, όταν αδικούνται από την εφαρμογή τής πολιτικής τών «μνημονίων». Αυτή δε η πρόσφατη αύξηση τού κόστους τής Δικαιοσύνης προσετέθη σε προηγηθείσες επιβαρύνσεις αυτού τού κόστους κατά τη διάρκεια εφαρμογής τών «μνημονιακών» πολιτικών από το έτος 2010. Συγκεκριμένα, είχε προηγηθεί η επιβολή ΦΠΑ 23% στην παροχή υπηρεσιών τών δικηγόρων προς τούς πελάτες τους (62 παρ. 2 και 3 τού Ν. 3842/2010), αλλά και η αύξηση τού κόστους παραστάσεως τών δικηγόρων ενώπιον τών δικαστικών και εισαγγελικών αρχών (άρθρο 10 τού Ν. 4043/2012).
Εξίσου εξοργιστικό είναι το γεγονός, ότι οι εμπνευστές τού Ν. 4055/2012 τού έδωσαν τον βαρύγδουπο και εν πολλοίς παραπλανητικό τίτλο «Δίκαιη δίκη και εύλογη διάρκεια αυτής». Πλην όμως, βασική αρχή τής δίκαιης δίκης, όπως αυτή προσδιορίζεται στο άρθρο 6 τής Ε.Σ.Δ.Α. και έχει εξειδικευθεί από αποφάσεις τού Ε.Δ.Δ.Α., είναι η εύκολη πρόσβαση τού πολίτη στη Δικαιοσύνη. Πώς, όμως, διευκολύνεται αυτή η πρόσβαση, όταν ο πολίτης, πέραν τής αμοιβής τού δικηγόρου του, στην οποία προστίθεται και ΦΠΑ 23%, καλείται να καταβάλλει υπέρ τού δημοσίου μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία δύνανται να προσαυξάνονται με αποφάσεις τών συναρμοδίων Υπουργών; Είναι, λοιπόν, προφανές, ότι τα περί δίκαιης δίκης, που αναφέρονται στον τίτλο τού νόμου, συνιστούν εμπαιγμό τού πολίτη. Αυτές δε οι αυξήσεις παραβιάζουν και τη συνταγματική αρχή τής ισότητας (άρθρα 4 παρ. 1-2 και 20 τού Συντάγματος), διότι, για μεν τον πλούσιο συμπολίτη μας η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη εξακολουθεί να είναι εφικτή, για δε τον πτωχό συμπολίτη μας η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη είναι, τουλάχιστον, δυσχερής, εάν όχι απαγορευτική.
Σε κάθε περίπτωση, είναι αυτονόητο, ότι κάθε περαιτέρω αύξηση τού κόστους προσβάσεως στη Δικαιοσύνη, όχι μόνο θίγει την πλειοψηφία τών συμπολιτών μας, αλλά και «εξοντώνει» τη μεγάλη πλειοψηφία τών συναδέλφων μας. Οι πολίτες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και αποτελούν πλέον την πλειοψηφία τού λαού, αδυνατούν να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και, ως εκ τούτου, δεν ζητούν τη συνδρομή δικηγόρου (αυτό είναι ήδη εμφανές κυρίως στις ποινικές υποθέσεις). Η δε αδυναμία προσφυγής στη Δικαιοσύνη θα αυξήσει την πλήρη κατάργηση τού κράτους δικαίου, την κοινωνική αδικία, την κοινωνική αποσύνθεση, καθώς και την αύξηση τών φαινομένων αυτοδικίας.
Σε όλα αυτά τα διαλυτικά φαινόμενα οφείλουμε να αντισταθούμε. Δυστυχώς, οι μεγάλοι δικηγορικοί σύλλογοι τής χώρας, με προεξάρχοντα τον Δ.Σ.Α., αρκούνται σε «χλιαρές» διαμαρτυρίες με την έκδοση κοινότυπων ανακοινώσεων, οι οποίες μάλιστα εκδίδονται, κατά κανόνα, εκ τών υστέρων και με καθυστέρηση. Ουσιαστικώς, έχει παγιωθεί ένα καθεστώς ανοχής, σιωπής και αποφυγής έγκαιρης ενημέρωσης τών συναδέλφων μας και τών συμπολιτών μας για όσα πρόκειται να γίνουν και για όσα γίνονται σε βάρος μας και σε βάρος τών συμπολιτών μας. Ο Δ.Σ.Α και οι δικηγορικοί σύλλογοι Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, όφειλαν να έχουν αντιδράσει εντόνως και μεθοδικώς σε όλους αυτούς τούς αντικοινωνικούς, αντιλαϊκούς και αντιδικηγορικούς νόμους και να έχουν λειτουργήσει κατ’αρχήν αποτρεπτικά και στη συνέχεια ανατρεπτικά. Αντίδραση δεν σημαίνει αναγκαστικά και αποκλειστικά αποχή τών δικηγόρων από τα καθήκοντά τους. Σημαίνει, κατά κύριο λόγο, συνεχή και πλήρη ενημέρωση τών δικηγόρων και όλων τών πολιτών για όσα επίκεινται και όσα γίνονται σε βάρος μας και εν αγνοία μας, ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο και μεγάλο κοινωνικό μέτωπο σε βάρος τής ακολουθούμενης πολιτικής, το οποίο και θα την ανατρέψει, με κοινωνικούς αγώνες, αλλά και με την ψήφο του στις όποιες εκλογικές διαδικασίες (εθνικές ή τοπικές εκλογές, εκλογές στα συνδικαλιστικά όργανα, κλπ).
Έπρεπε αυτοί οι μεγάλοι Δικηγορικοί Σύλλογοι τής χώρας, με προεξάρχοντα τον Δ.Σ.Α., «να βγουν στην κοινωνία», να κάνουν εκστρατεία ενημερώσεώς της, αλλά και να προσφεύγουν διαρκώς στη Δικαιοσύνη για την ακύρωση αντισυνταγματικών νόμων (τί έπραξαν άραγε για τον περιβόητο αντισυνταγματικό εκλογικό νόμο, ο οποίος προβλέπει bonus 50 βουλευτών στο όποιο πρώτο κόμμα, αλλοιώνοντας τη λαϊκή βούληση ακόμη και στο τοπικό επίπεδο τών εκλογικών περιφερειών με τις περίφημες «καραμπόλες»;). Η πληροφόρηση και η γνώση είναι πολλαπλασιαστική δύναμη. Οι ενημερωμένοι πολίτες είναι σε θέση να αντιδράσουν και μάλιστα συλλογικά και προς την ορθή κατεύθυνση. Αντιθέτως, οι ανενημέρωτοι πολίτες δεν αντιδρούν και είναι επιρρεπείς στην καλλιέργεια φόβου και στην παραπληροφόρηση, αλλά και όταν τυχόν αντιδρούν, αντιδρούν σπασμωδικά, ανοργάνωτα και προς τη λάθος κατεύθυνση. Ποία, λοιπόν, συστηματική και πλήρη ενημέρωση έκαναν ή κάνουν οι μεγάλοι Δικηγορικοί Σύλλογοι τής χώρας και ιδίως ο Δ.Σ.Α.; Άπαντες οι πρόεδροί τους και η συντριπτική πλειοψηφία τών μελών τών Διοικητικών Συμβουλίων τους απουσίασαν και απουσιάζουν από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως (π.χ. τηλεοπτικά κανάλια, ραδιοφωνικοί σταθμοί και εφημερίδες). Αυτοί δε οι μεγάλοι Δικηγορικοί Σύλλογοι πρωτοστατούν, άμεσα ή έμμεσα, στη διάσπαση τού ενιαίου αγώνα όλων τών δικηγόρων τής χώρας.
Παραθέτουμε, λοιπόν, στα βασικά σημεία του, το νέο «τιμοκατάλογο» τής Δικαιοσύνης κατά κλάδο δικαίου:
Α.- ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
1. Ο πολίτης, ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει το ένδικο μέσο τής εφέσεως, τής αναιρέσεως και τής αναψηλαφήσεως, υποχρεούται πλέον να καταθέσει παράβολο ποσού 200, 300 και 400 ευρώ, αντιστοίχως (άρθρο 12 παρ. 2 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
2. Ο πολίτης, ο οποίος επιθυμεί να ζητήσει την εξαίρεση κάποιου ή κάποιων δικαστών, υποχρεούται πλέον να συνοδεύσει την αίτησή του με παράβολο 100 ευρώ (άρθρο 6 παρ. 3 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
3. Με το άρθρο 6 παρ. 9 τού Ν. 4055/2012 περιορίζονται οι περιπτώσεις, τις οποίες καλύπτει το τυχόν χορηγούμενο ευεργέτημα πενίας. Συγκεκριμένα, ενώ πριν το ευεργέτημα πενίας κάλυπτε την αμοιβή τών δικηγόρων και τα δικαιώματα τών πραγματογνωμόνων, με το νέο νόμο δεν καλύπτονται πλέον τα δικαιώματα τών πραγματογνωμόνων και, ενδεχομένως, τών δικηγόρων (υπάρχει ασάφεια ως προς τούς δικηγόρους, καθότι πριν υπήρχε σαφής αναφορά τους στο άρθρο 199 τού ΚΠολΔ).
4. Με το άρθρο 12 παρ. 3 τού Ν. 4055/2012 υποχρεούται ο πληρεξούσιος δικηγόρος τού διαδίκου, ο οποίος επιθυμεί να επισπεύσει την εκδίκαση τής υποθέσεώς του στον Άρειο Πάγο, να καταθέσει συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο τού εντολέα του. Αυτό συνεπάγεται μία πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση τού επισπεύδοντος διαδίκου (έξοδα για συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο).
Β.- ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ & ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
1. Ως προς τα απολύτως κατ’έγκληση αδικήματα, για να υποβάλλει ο πολίτης μία έγκληση πρέπει να υποβληθεί στα ακόλουθα έξοδα:
- Παράβολο 100 ευρώ για την κατάθεση τής εγκλήσεως (άρθρο 28 παρ. 1 τού Ν. 4055/2012).
- Παράβολο 50 ευρώ για την παράσταση πολιτικής αγωγής.
- Μεγαρόσημο 3 ευρώ (άρθρο 10 περ. ε΄ τού Ν. 4043/2012).
- Ένσημο Ταμείου Προνοίας 0,60 λεπτά.
- Ένσημο Ταμείου Νομικών 0,01 λεπτά.
- Μεγαρόσημο 3 ευρώ για την υποβολή αίτησης προς λήψη αντιγράφου τής κατατεθείσας εγκλήσεως (άρθρο 10 περ. ε΄ τού Ν. 4043/2012).
- Μεγαρόσημο 2 ευρώ για το αντίγραφο τής κατατεθείσας εγκλήσεως (άρθρο 10 περ. ζ΄ τού Ν. 4043/2012).
- Έξοδα για τις ένορκες βεβαιώσεις τών προταθέντων μαρτύρων, οι οποίες απαιτούνται πλέον με την υποβολή τής εγκλήσεως (άρθρο 28 παρ. 4 τού Ν. 4055/2012).
2. Ο πολίτης - εγκαλών, ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει προσφυγή κατά απορριπτικής τής εγκλήσεώς του εισαγγελικής διατάξεως, υποχρεούται πλέον να καταθέτει παράβολο 300 ευρώ (άρθρο 28 παρ. 4 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
3. Ο πολίτης - κατηγορούμενος, ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει προσφυγή κατά κλητηρίου θεσπίσματος, υποχρεούται πλέον να καταθέτει παράβολο 300 ευρώ (άρθρο 33 παρ. 3 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
4. Με το άρθρο 20 παρ. 2 εδ. α΄ τού Ν. 4058/2012 προβλέπεται προσαύξηση 97% στις χρηματικές ποινές και στην μετατροπή τών ποινών.